-
1 ἀκμά
ἀκμά (ἀκμᾷ, ἀκμάν; ᾰκμαί)a lit., keen edgeλεόντων ὄνυχας ὀξυτάτους ᾰκμὰν καὶ δεινοτάτων σχάσαις ὀδόντων N. 4.63
b edge, point of a weaponτραχεῖαν ἄνευθε λιπὼν ἐγχέων ἀκμάν P. 1.11
Εὐρυσθῆος ἐπεὶ κεφαλὰν ἔπραθε φασγάνου ἀκμᾷ P. 9.81
φαεννᾶς υἱὸν εὖτ' ἐνάριξεν Ἀόος ἀκμᾷ ἔγχεος ζακότοιο (Boeckh e Σ: αἰχμᾷ codd.) N. 6.52 τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν χαλκέας λόγχας ᾰκμᾷ (Pauw: αἰχμᾷ codd.) N. 10.60c met., prime, height, strengthὕδατος ὅτι τε πυρὶ ζέοισαν εἰς ᾰκμὰν μαχαίρᾳ τάμον O. 1.48
ἵνα ταχυτὰς ποδῶν ἐρίζεται ᾰκμαί τ' ἰσχύος θρασύπονοι O. 1.96
οὐ χθόνα ταράσσοντες ἐν χερὸς ᾰκμᾷ O. 2.63
cf. ] χειρὸς ἀκμᾷ[ fr. 334b. 9.ὥτε φοινικανθέμου ἧρος ᾰκμᾷ P. 4.64
οὐδέ μίν ποτε φόβος ἀνδροδάμας ἔπαυσεν ἀκμὰν φρενῶν as regards the keen edge of his temper N. 3.39 οὐ γὰρ φύσιν ὠαριωνείαν ἔλαχεν· ἀλλ' ὄνοτος μὲν ἰδέσθαι, συμπεσεῖν δ ᾰκμᾷ βαρύς (Pauw: αἰχμᾷ codd. κατὰ τοὺς ἀγῶνας. Σ. sens. dub., “at the height of his strength, at the height of the contest”?) I. 4.51 “ υἱὸν χεῖρας Ἄρεί τἐναλίγκιον στεροπαῖσί τ' ἀκμὰν ποδῶν” I. 8.37 -
2 λόγχη
λόγχ-η (A), ἡ,A spear-head, Hdt.7.69;λ. δορός S. Tr. 856
, E.Tr. 1318 (both lyr.): also in pl. of a single spear, the point with its barbs, τὸ ξυστὸν τῇσι λόγχῃσι ἐὸν ὁμοίως χρύσεον the shaft alike with the spear-head, Hdt.1.52, etc.; , cf. X.Cyn.10.3 (where the shaft is ῥάβδος) ; οἱ κνώδοντες τῆς λόγχης the barbs of the spear-head, ib.16.2 lance-shaped birth-mark, Trag.Adesp.84.II lance, spear, javelin, Batr.129;χαλκέας λόγχας ἀκμᾷ Pi.N.10.60
, cf. S.Tr. 512 (lyr.), etc.: metaph.,ὀμμάτων ἄπο λόγχας ἵησιν Id.Fr. 157
; λόγχας ἐσθίων, prov. of a bragging coward, a 'fire-eater', Timocl.12.5.III troop of spearmen,ξὺν ἑπτὰ λόγχαις S.OC 1312
, cf. Ant. 119 (lyr.);μυρίαν ἄγων λόγχην E.Ph. 442
;λόγχης ἀριθμῷ πλείονος κρατούμεναι Id.Fr. 286.12
;χωρεῖτε, λόγχη Id.Cret.45
.------------------------------------ -
3 λόγχα
1 spear πελεμιζόμενοι ὑπ' ἀλεξιμβρότῳ λόγχᾳ i. e. spearsmanship N. 8.30χαλκέας λόγχας ἀκμᾷ N. 10.60
ἀλλαλοφόνους ἐπάξαντο λόγχας ἐνὶ σφίσιν αὐτοῖς fr. 163. -
4 Ἴδας
1Ἴδας ἀμφὶ βουσίν πως χολωθεὶς ἔτρωσεν χαλκέας λόγχας ἀκμᾷ N. 10.60
Ζεὺς δ' ἐπ Ἴδᾳ πυρφόρον πλᾶξε ψολόεντα κεραυνόν N. 10.71
-
5 τιτρώσκω
1 woundἢ πολιῷ χαλκῷ μέλη τετρωμένοι ἢ χερμάδι τηλεβόλῳ P. 3.48
τὸν γὰρ Ἴδας ἀμφὶ βουσίν πως χολω-θεὶς ἔτρωσεν χαλκέας λόγχας ἀκμᾷ N. 10.60
τίς ἄρ' ἐσλὸν Τήλεφον τρῶσεν ἑῷ δορὶ; I. 5.42 -
6 χάλκεος
1 of bronze “ πέδασον ἔγχος Οἰνομάου χάλκεον” O. 1.76χαλκέοισι δ ἐν ἔντεσι O. 4.22
τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα Φάλαριν P. 1.95
χαλκέαις δ' ὁπλαῖς P. 4.226
ἀκόντεσσίν τε χαλκέοις φασγάνῳ τε P. 9.20
χαλκέοις σὺν ὅπλοις N. 1.51
χαλκέοις ὅπλοισιν N. 9.22
ἐν χαλκέοις ὅπλοις N. 10.14
χαλκέας λόγχας ἀκμᾷ N. 10.60
χάλκεον στονόεντ' ἀμφέπειν ὅμαδον (i. e. of bronze weapons and armour) I. 8.25 χάλκεοι μὲν τοῖχοι χάλκ[εαί] θ' ὑπὸ κίονες ἕστασαν (of the third temple of Apollo at Delphi) Pae. 8.68 of heaven (cf. χαλκόπεδος),ὁ χάλκεος οὐρανὸς οὔ ποτ' ἀμβατὸς αὐτῷ P. 10.27
ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3
of Ares, cf. I. 8.25,χάλκεος Ἄρης O. 10.15
χαλ-κέῳ τ' Ἄρει ἅδον I. 4.15
ἀγών τοι χάλκεος δᾶμον ὀτρύνει ποτὶ βουθυσίαν Ἥρας ἀέθλων τε κρίσιν (i. e. the Hekatombaia at Argos, in honour of Hera, where the prize was a bronze shield, cf. O. 7.83) N. 10.22 παρθένοι χαλ[κέᾳ] κελαδέοντι γλυκὺν αὐδᾷ [τρόπ]ον (i. e. ringing like bronze) Pae. 2.100 frag. ]υ πόλιν χαλκεᾳ[ Pae. 14.26
Перевод: со всех языков на английский
с английского на все языки- С английского на:
- Все языки
- Со всех языков на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий